
Νικολέττα Μακρίδη, 6η τάξη
Η έμπνευση, η δίψα για πνευματική καλλιέργεια, η δημιουργία, δεν είναι εύκολο να συνυπάρξουν ανάμεσα στα εβδομαδιαία διαγωνίσματα, τις καθημερινές εργασίες, τους αριθμούς και τα καρδιοχτύπια κάθε φοράς που μας επιστρέφεται ένα διαγώνισμα. Μια μικρή δόση τέχνης, πάθους και συναισθηματισμού όμως, είναι αρκετή για να ανάψει η φλόγα της προσωπικής μας δημιουργίας και πάλι. Την περασμένη Τετάρτη επισκέφθηκε το σχολείο μας, μετά από πρόσκληση του ομίλου Current Affairs, η Κύπρια συγγραφέας Κωνσταντία Σωτηρίου. Η συζήτηση μαζί της υπήρξε η σπίθα που πυροδότησε και πάλι τη δίκη μου προσωπική έμπνευση.
Η κ. Σωτηρίου γράφει για την Κύπρο και κυρίως για τις γυναίκες του νησιού μας, που αόρατα και αθόρυβα πάλεψαν για να κρατήσουν το χώμα εύφορο, τη μνήμη ζωντανή, πασχίζοντας να δικαιώσουν τους αδικαίωτους. Η ίδια αναφέρει ότι τη δική της συγγραφική φλόγα πυροδοτούν διαφορά ερωτήματα. Γεννημένη έναν χρόνο μετά την εισβολή, η οποία σημάδεψε τη ζωη, τη σκέψη και τον γραπτό της λόγο, μεγαλώνει ενώ αναρωτιέται «ποιοι κατάφεραν να καμουν τούτη τη χώρα να σταθεί στα πόδια της;», «τι σημαίνει να μεγαλώνεις σε τούτο τον τόπο;» και «πού ήταν οι γυναίκες της Κύπρου αυτά τα χρόνια;».
Η συγγραφική έμπνευση δεν έχει κανόνες αφετηρίας. Τη φλόγα της κ. Σωτηρίου άναψαν όλα αυτά τα ερωτήματα, όμως, όπως η ίδια μας ανέφερε, το πρώτο βιβλίο της τριλογίας της, «Η Αϊσέ πάει διακοπές», το έγραψε μόλις γέννησε τα παιδιά της. Νομίζω δεν υπάρχει καμία ισχυρότερη απόδειξη του ότι η τέχνη του λόγου είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη ζωή και τον συναισθηματικό κόσμο ενός συγγραφέα. Η πένα μιας μάνας είναι αναπόφευκτα επηρεασμένη από αυτό της τον ρόλο κι έτσι ο λόγος της είναι πάντα πιο ανθρώπινος. Η ίδια αναφέρει πως ξεκίνησε να γράφει σκεπτόμενη «σε τι κόσμο φέρνω τα παιδιά μου;».
Βαθιά επηρεασμένη από τα γεγονότα της εισβολής, αλλα και τις πολιτικές εξελίξεις που ακολούθησαν, όπως επίσης και το ιστορικά επιβαρυμένο παρελθόν του νησιού μας, γράφει από την ανάγκη της να επικοινωνήσει τις ανησυχίες της και να δράσει με τον δικό της τρόπο για τούτο τον τόπο. Στόχος της βέβαια, δεν είναι η πολιτική ανάλυση των γεγονότων. Ως αναγνωστήρια των βιβλίων της, οφείλω να αναφέρω, ότι ο λόγος της είναι ανθρώπινος, και αυτό δεν παύει φυσικά από το να είναι από μόνο του μια πολιτική δήλωση. Το να γράφεις υπερασπιζόμενος τον άνθρωπο και τη γυναίκα, χωρίς να κρατάς λάβαρα και πολιτικές σημαίες, αποτελεί φυσικά μια κορυφαία πολιτική τοποθέτηση.
Στο αγαπημένο της από τα τρία βιβλία, «Φωνές από Χώμα», όπου γράφει για τις ταραχές του ‘63-‘64, αφηγήσεις Ελληνοκύπριων γυναικών εναλλάσσονται με τον λόγο της κύριας αφηγήτριας του βιβλίου, μιας Τουρκοκύπριας πόρνης. Από αυτό καταλαβαίνει κανείς ότι τα στερεότυπα που απελευθερώνει η κ. Σωτηρίου είναι αξιοσημείωτα. Η Τουρκοκύπρια Τζεμαλιγιέ είναι ερωτευμένη με έναν Τούρκο, τον Ζεκίν, ο οποίος με τη σειρά του ήταν ερωτευμένος με μιαν «άλλη», με τη μητέρα Τουρκία! Η Τζεμαλιγιέ δίνει στον αναγνώστη να καταλάβει την οπτική γωνία των γυναικών που ασκούσαν αυτό το επάγγελμα, αλλά και την ένταση του έρωτά της, αφού η ίδια σκοτώνεται για χάρη του Ζεκίν. Παράλληλα, ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι οι ανησυχίες των γυναικών, είτε Ελληνοκυπρίων είτε Τουρκοκυπρίων, είναι στην ουσία ίδιες και μέσα από τον λόγο τους φαίνεται η ανικανότητά τους να αναγνωρίσουν ότι είναι απλά επηρεασμένες από παρωπίδες ακραίου πατριωτισμού και φανατισμού.
Ο γραπτός λόγος της κ. Σωτηρίου με συγκινεί και την ίδια στιγμή με εξιτάρει ιδιαίτερα. Γράφει με έναν τρόπο, που περιπλέκει τις σκέψεις, αλλά όλες πάντοτε καταλήγουν στην ίδια αφετηρία. Πολλές φορες κινείται σε δυο συγγραφικά επίπεδα παράλληλα. Δηλαδή παρουσιάζει ταυτόχρονα την εξέλιξη εντελώς διαφορετικών σκέψεων. Ενώ οι σκεψεις πίσω από αυτά που καταγράφει, είναι τόσο διαφορετικές μεταξύ τους, κινούνται γύρω από τον ίδιο πυρήνα και η μια συνδέεται με την άλλη. Όπως ακριβώς οι συνειρμοί σε έναν σκεπτόμενο ανθρώπινο νου. Κι αυτό είναι και που με γοητεύει στον λόγο της. Μου δίνουν την εντύπωση ενός ανθρώπου, συνεχώς σκεπτόμενου, που όλες του οι αισθήσεις με κάποιον τρόπο συνδέονται και καταλήγουν στον κύριο προβληματισμό του, αφού οι φιλοσοφίες που μας απασχολούν και οι πολιτικές μας ανησυχίες βρίσκονται παντού στη ζωή μας. Αυτό, επίσης, μου δείχνει ότι τα πάντα στον κόσμο κινούνται σε μια αρμονία, την οποία εμείς δεν μπορούμε να αντιληφθούμε με τους γρήγορους ρυθμούς στους οποίους κινούμαστε. Τα πάντα έχουν μια συνεχή ροή, αφού η μια πράξη οδηγεί στην άλλη, όπως και οι ανθρώπινες σκέψεις, όπως και οι προτάσεις σε έναν γραπτό λόγο. Ο γραπτός λόγος είναι, λοιπόν, άμεσα συνδεδεμένος με τον τρόπο σκέψης μας και ο τρόπος σκέψης μας με τη ζωή μας και το περιβάλλον μας.
Η τέχνη του λόγου είναι αναμφίβολα υπέροχη και τρομερά ενδιαφέρουσα, όπως άλλωστε και οι άνθρωποι πίσω από τον λόγο, που είναι για μας πηγή έμπνευσης και καλλιέργειας. Ως μαθητές αναζητούμε την επαφή με ανθρώπους που μας εμπνέουν, γιατι πολλές φορές ανακαλύπτουμε κοινούς προβληματισμούς, κοινό πάθος και αγάπη× αγάπη για τον τόπο μας, την τέχνη, τους ανθρώπους της, που αποτελούν την αιτία για την οποία πατούμε εμείς σήμερα σε τούτο το άγιο, πικρό χώμα.